Greek Meaning of precinct
εκλογική περιφέρεια
Other Greek words related to εκλογική περιφέρεια
- περιοχή
- τμήμα
- Τομέας
- Στοιχείο
- πεδίο
- βασίλειο
- περπατώ
- αρένα
- δικαιοδοσία
- βαρωνία
- επιχείρηση
- κύκλος
- φέουδο
- Πειθαρχία
- φέουδο
- Φέουδο
- στερέωμα
- μπροστά
- παιχνίδι
- βασίλειο
- γραμμή
- επαρχία
- Ειδικότητα
- σφαίρα
- Μελέτη
- Έδαφος
- Επικράτεια
- έκταση
- πλάτος
- πλάτος
- πυξίδα
- περιορίζω
- έκταση
- σύνορο
- επάγγελμα
- επάγγελμα
- καταδίωξη
- ρακέτα
- φτάνω
- εύρος
- θέμα
- Υποειδίκευση
- σκουπίζω
- Χλοοτάπητας
- Κάλεσμα
- πλάτος
Nearest Words of precinct
- precieuse => Πολύτιμο
- pre-christian => Προχριστιανικός
- prechlorination => Προχλωρίωση
- precession of the equinoxes => Προcession της εαρινής ισημερίας
- precession => Πρόθεση
- precess => προπορευόμαι
- preceptorship => Μαγνητοσκόπηση
- preceptor => δάσκαλος
- precept => κανόνας
- precentral gyrus => Προκεντρική έλικα
Definitions and Meaning of precinct in English
precinct (n)
a district of a city or town marked out for administrative purposes
FAQs About the word precinct
εκλογική περιφέρεια
a district of a city or town marked out for administrative purposes
περιοχή,τμήμα,Τομέας,Στοιχείο,πεδίο,βασίλειο,περπατώ,αρένα,δικαιοδοσία,βαρωνία
No antonyms found.
precieuse => Πολύτιμο, pre-christian => Προχριστιανικός, prechlorination => Προχλωρίωση, precession of the equinoxes => Προcession της εαρινής ισημερίας, precession => Πρόθεση,