FAQs About the word pitchwomen

υπάλληλοι πωλήσεων

a woman who makes a sales pitch

πίτσερς,Πωλήτριες,Υπάλληλοι πωλήσεων,πωλητές,Πωλήτριες,Πωλήτριες,πωλητές,Υπάλληλοι,πωλητές,Πωλητές

No antonyms found.

pitchwoman => Πρόσωπο προώθησης, pitchpoling => `πιτσπόλινγκ`, pitchpoled => γκρεμίστηκε, pitchpole => καταστροφή, pitch-perfect => Τέλεια,