FAQs About the word pitchpole

καταστροφή

to turn end over end, to cause to turn end over end

ανεστραμμένος,πλημμυρισμένο,ανατροπή,πέφτω,ανατρέπω (πάνω),αναποδογυρίζω,ανατρέπω,φτέρνα,καρίνα,άπαχο

δεξιά,στάσου,όρθιος,ανυψώνω,ευθυγραμμίζω (πάνω)

pitch-perfect => Τέλεια, pitchmen => πίτσερς, pitching into => ασχολούμαι, pitching in => συνεισφορά, pitches in => συνεισφέρει,