Greek Meaning of partaken (of)
πήρε μέρος (σε)
Other Greek words related to πήρε μέρος (σε)
- καταναλώνεται
- Τρώγοντας
- κρυμμένο (μακριά ή μέσα)
- μαστό
- καταβροχθίστηκε
- γεμάτος (με)
- καταπιεί
- επιλεγμένοι (σε)
- βάζω μακριά
- βάλω κάτω
- γευτεί
- δεξιώθηκαν
- μπουλονάρω
- Είχαν φάει πρωινό
- φάω
- χωνεμένος
- δείπνησε
- Αποστολή
- καταρριφθείς
- Κόμιστρο
- γιόρτασε
- Ροκανίζω (σε ή πάνω)
- καταβροχθίζω (με βιασύνη)
- γεμάτος
- καταβροχθίζω
- κατάπιε
- κόμμι
- επικαλυμμένος
- γευμάτισε
- στόμα (κάτω)
- μάσησε
- Ρούφηξε (σε)
- καταβρόχθισα
- έφαγε όλο
- απολάμβανε
- Παραγευμένο
- απόλαυσε
- κορόιδευε
- Τραχύς
- Καταβρόχθισε
- δείπνησε
- κατάπιε
- κατέβασε
- λύκος
Nearest Words of partaken (of)
- partakes => συμμετέχει
- partaking (of) => συμμετέχοντας (σε)
- parted (with) => χωρίστηκε με (κάποιον)
- partialities => προκαταλήψεις
- participates => συμμετέχει
- particles => σωματίδια
- particulars => Λεπτομέρειες
- partier => γλεντζές
- parting (with) => χωρίζοντας (με)
- parting of the ways => Διαχωρισμός δρόμων
Definitions and Meaning of partaken (of) in English
partaken (of)
No definition found for this word.
FAQs About the word partaken (of)
πήρε μέρος (σε)
καταναλώνεται,Τρώγοντας,κρυμμένο (μακριά ή μέσα),μαστό,καταβροχθίστηκε,γεμάτος (με),καταπιεί,επιλεγμένοι (σε),βάζω μακριά,βάλω κάτω
No antonyms found.
partake (of) => Συμμετέχει σε, part(s) => μέρος(η), part and parcel => μέρος και δεμάτιο, part (with) => αποχωρίζομαι (κάτι), parsonages => ενορίες,