Greek Meaning of parkway
λεωφόρος
Other Greek words related to λεωφόρος
- Αυτοκινητόδρομος
- Περιφερειακός δρόμος
- παράκαμψη
- Χώμα
- Αυτοκινητόδρομος
- Αυτοκινητόδρομος
- Αυτοκινητόδρομος
- διακρατικός
- Αὐτοκινητόδρομος
- Περιφερειακός
- Οδός
- οδόστρωμα
- δρόμος
- Αυτοκινητόδρομος
- οδός
- αυτοκινητόδρομος
- Διόδια
- στροφή
- στενό
- αρτηριακός
- αρτηρία
- Aυτοκινητόδρομος
- Λεωφόρος
- παράδρομος
- οδόστρωμα
- οδήγηση
- Ταχεία οδός
- δρομάκι
- Κεντρικός δρόμος
- περάσει
- δόρυ
- διαδρομή
- Σειρά
- Αυτοκινητόδρομος
- κορνίζα
- εθνική οδός
- Διάβαση
- σοκάκι
- Κλάδος
- κύκλος
- διασταύρωση
- σύρετε
- κεντρικός δρόμος
- στάβλοι
- τόπος
- δευτερεύων δρόμος
- παράδρομος
- ίχνος
- τρόπος
- στενό δρομάκι
- Παράδρομος
- στενό
- Δευτερεύουσα οδός
- παράκαμψη
Nearest Words of parkway
- parks => πάρκα
- parkleaves => φύλλα πάρκου
- parkland => πάρκο
- parkinson's syndrome => νόσος Πάρκινσον
- parkinson's law => Νόμος του Πάρκινσον
- parkinson's disease => Νόσος του Πάρκινσον
- parkinson's => νόσος Πάρκινσον
- parkinsonism => Παρκινσονισμός
- parkinsonia florida => Πάρκινσονια η φλοριντάνα
- parkinsonia aculeata => Παρκινσονία η ακανθώδης
Definitions and Meaning of parkway in English
parkway (n)
a wide scenic road planted with trees
FAQs About the word parkway
λεωφόρος
a wide scenic road planted with trees
Αυτοκινητόδρομος,Περιφερειακός δρόμος,παράκαμψη,Χώμα,Αυτοκινητόδρομος,Αυτοκινητόδρομος,Αυτοκινητόδρομος,διακρατικός,Αὐτοκινητόδρομος,Περιφερειακός
No antonyms found.
parks => πάρκα, parkleaves => φύλλα πάρκου, parkland => πάρκο, parkinson's syndrome => νόσος Πάρκινσον, parkinson's law => Νόμος του Πάρκινσον,