Greek Meaning of backstreet
στενό δρομάκι
Other Greek words related to στενό δρομάκι
- αρτηρία
- Λεωφόρος
- Κλάδος
- διασταύρωση
- Αυτοκινητόδρομος
- Αυτοκινητόδρομος
- Οδός
- οδόστρωμα
- Δευτερεύουσα οδός
- δευτερεύων δρόμος
- παράδρομος
- δρόμος
- οδός
- αρτηριακός
- Παράδρομος
- παράδρομος
- οδόστρωμα
- Διάδρομος
- σύρετε
- οδήγηση
- Αυτοκινητόδρομος
- εθνική οδός
- περάσει
- δόρυ
- Σειρά
- παράκαμψη
- αυτοκινητόδρομος
- ίχνος
- Διόδια
- τρόπος
- κορνίζα
- στροφή
- Πίστα
- μονοπάτι
Nearest Words of backstreet
- backstopping => αντίγραφο ασφαλείας
- backstopped => υποστηρίζεται
- backstabs => μαχαιριά στην πλάτη
- backstabbings => μαχαιρώματα στην πλάτη
- backstabbing => μαχαιριά στην πλάτη
- backstabbed => μαχαιρωμένος στην πλάτη
- backstab => μαχαιριά στην πλάτη
- backpedaling => οπισθοπορεία
- backpedaled => οπισθοχώρηση
- backpacked => σακίδιο πλάτης
Definitions and Meaning of backstreet in English
backstreet
a street away from the main thoroughfares
FAQs About the word backstreet
στενό δρομάκι
a street away from the main thoroughfares
αρτηρία,Λεωφόρος,Κλάδος,διασταύρωση,Αυτοκινητόδρομος,Αυτοκινητόδρομος,Οδός,οδόστρωμα,Δευτερεύουσα οδός,δευτερεύων δρόμος
No antonyms found.
backstopping => αντίγραφο ασφαλείας, backstopped => υποστηρίζεται, backstabs => μαχαιριά στην πλάτη, backstabbings => μαχαιρώματα στην πλάτη, backstabbing => μαχαιριά στην πλάτη,