Greek Meaning of out loud
δυνατά
Other Greek words related to δυνατά
Nearest Words of out loud
- out of => από
- out of bounds => Εκτός ορίων
- out of doors => σε εξωτερικούς χώρους
- out of fashion => Δε συνηθίζεται
- out of gear => εκτός ταχύτητας
- out of hand => εκτός ελέγχου
- out of nothing => από το τίποτα
- out of place => εκτός τόπου
- out of play => εκτός παιχνιδιού
- out of practice => Εκτός εξάσκησης
Definitions and Meaning of out loud in English
out loud (r)
using the voice; not silently
FAQs About the word out loud
δυνατά
using the voice; not silently
δυνατά,έξω,ακουστά,προκλητικά,φωνάζω για βοήθεια,σαφώς,σαφώς,δυνατά,ζωηρά,θορυβωδώς
ήσυχα,σιωπηλά,αθόρυβα,ελαφρά,αμυδρά,αδιόρατα,Χαμηλός,αθόρυβα,απαλά,σιωπηλά
out in => έξω μέσα, out front => μπροστά, out and away => πολύ μακριά, out => έξω, ousting => ανατροπή,