Greek Meaning of inaudibly
αδιόρατα
Other Greek words related to αδιόρατα
Nearest Words of inaudibly
Definitions and Meaning of inaudibly in English
inaudibly (r)
in an inaudible manner
FAQs About the word inaudibly
αδιόρατα
in an inaudible manner
σιωπηλά,αθόρυβα,ελαφρά,αμυδρά,αθόρυβα,ήσυχα,απαλά,σιωπηλά,Χαμηλός
δυνατά,ακουστά,έξω,δυνατά,σαφώς,σαφώς,προφανώς,προφορικά,φωνητικά,με διάκριση
inaudibleness => ακουστότητα, inaudible => ακατάληπτος, inaudibility => Ανικανότητα ακοής, inattentiveness => απροσεξία, inattentively => απρόσεκτα,