FAQs About the word silently

σιωπηλά

without speakingIn a silent manner.

αδιόρατα,ήσυχα,αθόρυβα,σιωπηλά,ελαφρά,αμυδρά,αθόρυβα,απαλά,Χαμηλός

δυνατά,ακουστά,έξω,δυνατά,σαφώς,σαφώς,προφανώς,προφορικά,φωνητικά,με διάκριση

silentious => σιωπηλός, silentiary => σιλέντιος, silent treatment => σιωπηλή μεταχείριση, silent picture => Βουβή ταινία, silent person => σιωπηλό πρόσωπο,