Greek Meaning of out of play

εκτός παιχνιδιού

Other Greek words related to εκτός παιχνιδιού

Definitions and Meaning of out of play in English

Wordnet

out of play (s)

(of a ball) not available to be played during a game

FAQs About the word out of play

εκτός παιχνιδιού

(of a ball) not available to be played during a game

διασκεδάζειν,Διασκέδαση,σκανδαλίζω,Αναψυχή,χαλάρωσε,αθλητισμός,παιχνίδι,χαχανίζω, παίζω,Βουτιές,ευχαρίστηση

Εργασία,συνδέω,προσπαθώ,Αγώνας,δουλειά,ποδοπατώ,καταπόνηση,ιδρώτας,Μόχθος,δουλεία

out of place => εκτός τόπου, out of nothing => από το τίποτα, out of hand => εκτός ελέγχου, out of gear => εκτός ταχύτητας, out of fashion => Δε συνηθίζεται,