Greek Meaning of out of stock
εξαντλημένο
Other Greek words related to εξαντλημένο
Nearest Words of out of stock
- out of sight => αόρατο
- out of reach => μακριά από το βεληνεκές
- out of print => εξαντλημένο
- out of practice => Εκτός εξάσκησης
- out of play => εκτός παιχνιδιού
- out of place => εκτός τόπου
- out of nothing => από το τίποτα
- out of hand => εκτός ελέγχου
- out of gear => εκτός ταχύτητας
- out of fashion => Δε συνηθίζεται
- out of the blue => ξαφνικά
- out of the ordinary => ασυνήθιστο
- out of the question => Αποκλείεται
- out of the way => μακριά από τον δρόμο
- out of thin air => από το πουθενά
- out of this world => από άλλον κόσμο
- out of true => στραβά
- out of view => εκτός οπτικού πεδίου
- out of wedlock => Εκτός γάμου
- out of whack => εκτός τροχιάς
Definitions and Meaning of out of stock in English
out of stock (s)
not available for sale or use
FAQs About the word out of stock
εξαντλημένο
not available for sale or use
κλάνος,οικογένεια,άνθρωποι,σπίτι,αγώνας,φυλή,Αίμα,Απόγονος,Απόγονος,δυναστεία
γέννηση,κατάβαση,εκχύλιση,προέλευση,καταγωγή (katagogí),Γενεαλογικό δέντρο
out of sight => αόρατο, out of reach => μακριά από το βεληνεκές, out of print => εξαντλημένο, out of practice => Εκτός εξάσκησης, out of play => εκτός παιχνιδιού,