Greek Meaning of dynasty
δυναστεία
Other Greek words related to δυναστεία
- κλάνος
- αυτοκρατορία
- οικογένεια
- σπίτι
- καταγωγή (katagogí)
- αυθεντία
- Αίμα
- συγγενείς
- βασίλειο
- γενιά
- Γενεαλογικό δέντρο
- άνθρωποι
- αγώνας
- Κανόνας
- απόθεμα
- Διαδοχή
- φυλή
- γέννηση
- Αιματική γραμμή
- κατάβαση
- περιοχή
- εκχύλιση
- άνθρωποι
- Γενεαλογία
- συγγενείς
- συγγενής
- συγγενείς
- συγγένεια
- γραμμή
- προέλευση
- βασίλειο
- δίαιτα
- βασιλεία
- Κυριαρχία
Nearest Words of dynasty
Definitions and Meaning of dynasty in English
dynasty (n)
a sequence of powerful leaders in the same family
dynasty (n.)
Sovereignty; lordship; dominion.
A race or succession of kings, of the same line or family; the continued lordship of a race of rulers.
FAQs About the word dynasty
δυναστεία
a sequence of powerful leaders in the same familySovereignty; lordship; dominion., A race or succession of kings, of the same line or family; the continued lord
κλάνος,αυτοκρατορία,οικογένεια,σπίτι,καταγωγή (katagogí),αυθεντία,Αίμα,συγγενείς,βασίλειο,γενιά
No antonyms found.
dynasties => δυναστείες, dynastidan => δυναστεία, dynastical => δυναστικός, dynastic => δυναστικός, dynasta => Δυναστεία,