Greek Meaning of obsess (about or over)
(Εμμονικός (με κάτι ή κάποιον
Other Greek words related to (Εμμονικός (με κάτι ή κάποιον
Nearest Words of obsess (about or over)
- obsessed (about or over) => εμμονή (περί ή πάνω από)
- obsessed (over) => εμμονικός (με)
- obsessing => εμμονή
- obsessing (about or over) => (για ή πάνω) σε καψούρα
- obstacles => εμπόδια
- obstetricians => Μαιευτήρες
- obstinateness => Ύβρις
- obstructions => εμπόδια
- obstructs => Εμποδίζει
- obtainability => δυνατότητα απόκτησης
Definitions and Meaning of obsess (about or over) in English
obsess (about or over)
No definition found for this word.
FAQs About the word obsess (about or over)
(Εμμονικός (με κάτι ή κάποιον
σκέφτεται (για κάτι ή υπερβολικά),προσκολλάω σε,επικεντρώνομαι (σε ή πάνω),προσκολλάω (προς),Αγκαλιά,συντηρώ,διατηρώ,θυμάμαι,διατηρώ,θησαυρός
πτώση,αρνούμαι,αδιαφορία,σταγόνα,ξεχάσω,αμέλεια,παραβλέπω,αρνούμαι,απορρίπτω,εγκαταλείπω
observes => παρατηρεί, observers => παρατηρητές, observations => Παρατηρήσεις, observances => παρατηρήσεις, observability => Παρατηρησιμότητα,