Greek Meaning of nationalistic
εθνικιστής
Other Greek words related to εθνικιστής
Nearest Words of nationalistic
- nationalist leader => Εθνικιστής ηγέτης
- nationalist china => Εθνικιστική Κίνα
- nationalist => εθνικιστής
- nationalism => εθνικισμός
- nationalise => εθνικοποιώ
- nationalisation => Εθνικοποίηση
- national weather service => εθνική μετεωρολογική υπηρεσία
- national volunteers association => Εθνική Ένωση Εθελοντών
- national trust => Εθνικός Θησαυρός
- national trading policy => Εθνική εμπορική πολιτική
Definitions and Meaning of nationalistic in English
nationalistic (s)
fanatically patriotic
devotion to the interests or culture of a particular nation including promoting the interests of one country over those of others
FAQs About the word nationalistic
εθνικιστής
fanatically patriotic, devotion to the interests or culture of a particular nation including promoting the interests of one country over those of others
εθνικιστής,πατριωτικός,φλογερός,σοβινιστής,σταθερά,αφοσιωμένος,πιστός,φλογερό,φλογερός,παθιασμένος
προδοτικός,αντιπατριωτικός,Απογοητευμένος,Αποστάτης,άπιστος,ΨΕΥΔΕΣ,ευμετάβλητος,perfidious,ύπουλος,προδοτικός
nationalist leader => Εθνικιστής ηγέτης, nationalist china => Εθνικιστική Κίνα, nationalist => εθνικιστής, nationalism => εθνικισμός, nationalise => εθνικοποιώ,