Greek Meaning of meaningfully

ουσιαστικά

Other Greek words related to ουσιαστικά

Definitions and Meaning of meaningfully in English

Wordnet

meaningfully (r)

in a meaningful manner; so as to be meaningful

FAQs About the word meaningfully

ουσιαστικά

in a meaningful manner; so as to be meaningful

κατάλληλα,τέλεια,συναφώς,με σχετικό τρόπο,ικανοποιητικά,Λογικά,επαρκώς,αποδεκτά,κατάλληλα,εύστοχα

εσφαλμένα,ελαττωματικά,ακατάλληλα,ανακριβώς,ακατάλληλα,ακατάλληλα,λανθασμένα,εσφαλμένως,εσφαλμένα,ατελώς

meaningful => ουσιαστικό, meaning => έννοια, meanie => κακός άνθρωπος, meandry => μαιάνδρος, meandrous => Ελικοειδής,