Greek Meaning of make it (through)

το κάνω (μέσα από)

Other Greek words related to το κάνω (μέσα από)

Definitions and Meaning of make it (through) in English

make it (through)

No definition found for this word.

FAQs About the word make it (through)

το κάνω (μέσα από)

συνεχίζω,υπομένω,ιππεύω (έξω),επιβιώνω,Καιρός,είναι,κράτα γερά,τελευταίο,ζωντανά,αντέχω

αναχωρείν,λήγει,διαβιβάζω (σε),θάνατος,εξαφανίζω,τέλος,εξατμίζω,ξεθωριάζω,εξαφανίζομαι,σταματάω

make good on => εκπληρώνω, make good for => Ανταμείβω, make game of => Κάνω πλάκα σε, make fun of => κοροϊδεύω, make faces => κάνω γκριμάτσες,