FAQs About the word outlast

επιβιώση

live longer thanTo exceed in duration; to survive; to endure longer than.

Ζω ν μακροπρόθεσμα,επιβιώνω,διαιωνίζω,επιτυχία,ξεπερνώ,βγάζω έξω,ανέχεσθαι (παρελθών),κρατώ (παρελθόντας χρόνος),κρατούσε,Τελευταίος (πέρα)

No antonyms found.

outlandishness => εκκεντρικότητα, outlandishly => παράξενα, outlandish => εκκεντρικός, outlander => ξένος, outland => επαρχία,