Greek Meaning of limpidly
γαλήνια
Other Greek words related to γαλήνια
Nearest Words of limpidly
Definitions and Meaning of limpidly in English
limpidly (r)
in a clear and lucid manner
FAQs About the word limpidly
γαλήνια
in a clear and lucid manner
σαφής,Κρύσταλλος,κρυσταλλωτός,υγρό,διαφανής,Διάφανος σαν κρύσταλλο,διαφανής,Σαφής,διαφανής,διάφανος
συννεφιασμένος,έγχρωμος,σκοτεινός, -ή, -ό,αδιαφανής,πυκνό,ομιχλώδης,Υαλωμένο,θολό,ομιχλώδης,λασπωμένος
limpidity => διαύγεια, limpid => διαυγής, limpet => Πάτελλα, limper => Χαλαρός, limped => Κούτσαινε,