Greek Meaning of kloof
χαράδρα
Other Greek words related to χαράδρα
- φαράγγι
- φαράγγι
- Φαράγγι
- κοιλάδα
- κανόνι
- λάχανο
- Φαράγγι
- βεβηλώνω
- αυλάκι
- κενό
- φαράγγι
- καταρράκτης
- περάσει
- σέλα
- Άβυσσος
- Ρέμα
- χαράδρα
- Φαράγγι
- λεκάνη
- χάσμα / άβυσσος
- κάρος
- σχισμή
- Ακρωτήριο
- κόμβη
- κοιλάδα
- Φαράγγι
- σχισμή
- σχισμή
- Φαράγγι
- κοιλάδα
- κοιλάδα
- ρωγμή
- πεδινή πλημμυρική ζώνη
- Βράγχια
- φαράγγι
- Κόλπος
- αυλάκι
- λαγκάδι
- υδρορροή
- κούφιος
- Βραστήρας
- εγκοπή
- χείμαρος
- τάφρος
- γούρνα
- κοιλάδα
- ουάντι
Nearest Words of kloof
Definitions and Meaning of kloof in English
kloof (n.)
A glen; a ravine closed at its upper end.
FAQs About the word kloof
χαράδρα
A glen; a ravine closed at its upper end.
φαράγγι,φαράγγι,Φαράγγι,κοιλάδα,κανόνι,λάχανο,Φαράγγι,βεβηλώνω,αυλάκι,κενό
No antonyms found.
klondike => Κλοντάικ, klipspringer => klipspringer, klipfish => μπακαλιάρος, klipdas => Σαρδέλα, klipdachs => Κλιπνταχ,