Greek Meaning of incubus
ίνκουβος
Other Greek words related to ίνκουβος
- φάντασμα
- banshee
- μπουγκής
- δαίμων
- δαίμονας
- Γουλ
- δαιμόνιο
- Φάντασμα
- φάντασμα
- πολτερκάιστ
- φάντασμα
- φάντασμα
- φάντασμα
- τρόλεϊ
- μπουγκής
- μπόγκαϊμαν
- μπαμπούλας
- τρομακτικό
- Κατάρα
- διάβολος
- φόβος
- εχθρός
- φάντασμα
- δαίμονας
- φόβος
- φάντασμα
- φρικτός
- Φρίκη
- Τέρας
- όγκρε
- πανούκλα
- σκιά
- πνεύμα
- φάντασμα
- Τρόμος
- βδέλυγμα
- ανάθεμα
- Μαύρο πρόβατο
- κατάρα
- Μαύρος θηρίο
- μπόγκι
- καλικάντζαρος
- τέρας
- μάστιγα
- μαρτύριο
Nearest Words of incubus
Definitions and Meaning of incubus in English
incubus (n)
a male demon believed to lie on sleeping persons and to have sexual intercourse with sleeping women
a situation resembling a terrifying dream
someone who depresses or worries others
incubus (n.)
A demon; a fiend; a lascivious spirit, supposed to have sexual intercourse with women by night.
The nightmare. See Nightmare.
Any oppressive encumbrance or burden; anything that prevents the free use of the faculties.
FAQs About the word incubus
ίνκουβος
a male demon believed to lie on sleeping persons and to have sexual intercourse with sleeping women, a situation resembling a terrifying dream, someone who depr
φάντασμα,banshee,μπουγκής,δαίμων,δαίμονας,Γουλ,δαιμόνιο,Φάντασμα,φάντασμα,πολτερκάιστ
No antonyms found.
incubous => ίνκουβος, incubiture => επώαση, incubi => Ίνκουμπους, incube => Ίνκουμπους, incubatory => Επωαστήρας,