Greek Meaning of demon
δαίμονας
Other Greek words related to δαίμονας
- banshee
- διάβολος
- φάντασμα
- Γουλ
- δαιμόνιο
- εφιάλτης
- βαμπίρ
- φάντασμα
- Κακοδαίμων
- νεράιδα
- δαίμονας
- τζίνι
- γκόμπλιν
- μάγισσα
- ίνκουβος
- Λάμια
- Τέρας
- διάβολος
- πνεύμα
- Τρολ
- φάντασμα
- φάντασμα
- δαίμονας
- διάβολος
- μπόγκι
- τρόλεϊ
- μπουγκής
- μπράουνι
- τρομακτικό
- τζιν
- δαιμόνιο
- νάνος
- Ξωτικό
- νεράιδα
- νεράιδα
- γνώριμος
- οικείο πνεύμα
- φάντασμα
- νεράιδα
- διάνοια
- νάνος
- Γκρέμλιν
- καλικάντζαρος
- τζίνι
- τζίνι
- Κόμπολντ
- ξωτικό
- όγκρε
- Φάντασμα
- φάντασμα
- ξωτικό
- Ξωτικό
- πολτερκάιστ
- Πάκα
- σκιά
- σκιά
- φάντασμα
- φάντασμα
- φάντασμα
- νάννος
- Όραμα
Nearest Words of demon
Definitions and Meaning of demon in English
demon (n)
an evil supernatural being
a cruel wicked and inhuman person
someone extremely diligent or skillful
demon (n.)
A spirit, or immaterial being, holding a middle place between men and deities in pagan mythology.
One's genius; a tutelary spirit or internal voice; as, the demon of Socrates.
An evil spirit; a devil.
FAQs About the word demon
δαίμονας
an evil supernatural being, a cruel wicked and inhuman person, someone extremely diligent or skillfulA spirit, or immaterial being, holding a middle place betwe
banshee,διάβολος,φάντασμα,Γουλ,δαιμόνιο,εφιάλτης,βαμπίρ,φάντασμα,Κακοδαίμων,νεράιδα
άγγελος
demolitionist => Κατεδαφιστής, demolition => κατεδάφιση, demolishment => κατεδάφιση, demolishing => κατεδάφιση, demolisher => κατεδαφιστής,