FAQs About the word demoniacism

δαιμονισμός

The state of being demoniac, or the practices of demoniacs.

No synonyms found.

No antonyms found.

demoniacally => δαιμονικά, demoniacal => δαιμονικός, demoniac => δαιμονικός, demonetize => απονομισματοποίηση, demonetization => απονομισματοποίηση,