Greek Meaning of impecuniosity

φτώχεια

Other Greek words related to φτώχεια

Definitions and Meaning of impecuniosity in English

Webster

impecuniosity (n.)

The state of being impecunious.

FAQs About the word impecuniosity

φτώχεια

The state of being impecunious.

δυστυχία,φτώχεια,επαιτεία,στέρηση,φτώχεια,φτώχεια,Φτωχοποίηση,φτώχεια,ανάγκη,ανάγκη

Ευημερία,λαμπρότητα,ευημερία,πλούτος,πλούτος,πολυτέλεια,πλούτος

impeccant => άψογος, impeccancy => αμωμία, impeccably => άψογα, impeccable => Άμεμπτος, impeccability => αμεμψία,