Greek Meaning of heathenizing

ειδωλολατρικός

Other Greek words related to ειδωλολατρικός

Definitions and Meaning of heathenizing in English

Webster

heathenizing (p. pr. & vb. n.)

of Heathenize

FAQs About the word heathenizing

ειδωλολατρικός

of Heathenize

βάρβαρος,πρωτόγονος,Αγενής,άγριος,Άγρια,βάρβαρος,βάρβαρος,εθνικός,φυσικός,Νεάντερταλ

πολιτισμένος,μορφωμένος,διαφωτισμένος,ανθρώπινος,εκλεπτυσμένος,ζωηρός,γυαλισμένο,ευγενικός,εκλεπτυσμένος,Αστικός

heathenized => ειδωλολατρικός, heathenize => εκπαγανίζω, heathenism => Ειδωλολατρεία, heathenishness => ειδωλολατρία, heathenishly => ειδωλολατρικά,