Greek Meaning of haloed
με φωτοστέφανο
Other Greek words related to με φωτοστέφανο
- ακτινοβόλος
- φωτεινός
- προβολωτό
- φωτισμένο
- ακτινοβολημένος
- έλαμψε
- έλαμψε
- νικήσει (κάτω)
- με φωτοστέφανο
- λούστηκα
- φάροι
- τυφλός
- καμένο
- φωτισμένο από προβολείς
- λαμπερό
- λάμπει
- Αναμμένο
- φωτισμένο
- ακτινοβολημένος
- φωτισμένος
- αναμμένος
- επισημασμένος
- φωτισμένο
- πρόβαλε
- φωτισμένος από προβολέα
- εκθαμβωμένος
- φλεγόμενος
- καμμένος
- ζαλισμένος
- εκθαμβωμένος
- διακοσμημένος
- απολυμένος
- φλεγόμενος
- glowered
- γυάλιζε
- λαμπερό
- φωτισμένος
- καίει
- άναψε
Nearest Words of haloed
- halocarpus bidwilli => Halocarpus bidwillii
- halocarpus => Υαλόκαρπος
- halocarbon => Αλογονούχος άνθρακας
- halobacterium => Halobacterium
- halobacteria => Αλοβακτηρίδια
- halobacter => Αλοβακτήριο
- haloalkane => Αλοαλοκυκλάνιο
- halo spot => Σημείο φωτοστέφανου
- halo blight => Άλωμα φυλλοστίκτωση
- halo => φωτοστέφανος
Definitions and Meaning of haloed in English
haloed (imp. & p. p.)
of Halo
haloed (a.)
Surrounded with a halo; invested with an ideal glory; glorified.
FAQs About the word haloed
με φωτοστέφανο
of Halo, Surrounded with a halo; invested with an ideal glory; glorified.
ακτινοβόλος,φωτεινός,προβολωτό,φωτισμένο,ακτινοβολημένος,έλαμψε,έλαμψε,νικήσει (κάτω),με φωτοστέφανο,λούστηκα
μαυρισμένος,σκοτεινός,αμυδρό,αμυδρό,συγκαλυμμένο,καλυμμένος,θαμπό,σβησμένος,συγκεχυμένος,καλυμμένος
halocarpus bidwilli => Halocarpus bidwillii, halocarpus => Υαλόκαρπος, halocarbon => Αλογονούχος άνθρακας, halobacterium => Halobacterium, halobacteria => Αλοβακτηρίδια,