FAQs About the word gawkies

Χάζηδες

awkward sense 2, clumsy, awkward, clumsy

κακόγουστες μπότες,Μεταγλώττιση,κοιτάζει,λόμπι,νταήδες,lummoxes,σβώλοι,Ταύπιες,παιδιά,πιτσιρίκια

No antonyms found.

gawkers => περίεργοι, gawked => κοιτούσε με το στόμα ανοιχτό, gavotting => στα γαβότ, gavottes => γαβότες, gavotted => γκαβότα,