FAQs About the word stumblebums

σκόνταμμα

a clumsy or inept person, an inept boxer

πυγμάχοι,μονομάχοι,παλούκας,πυγμάχοι,πυγμάχοι,δυνατοί παίκτες,αγωνιστές,βαρέων βαρών,ελαφρά βάρη,παγκ

No antonyms found.

stumble (upon) => σκοντάφτω (σε), stumble (on or onto) => Τρικλίζω (σε ή πάνω), stuffers => γέμιση, stuffed shirts => Υποκριτές, studly => μυώδης,