FAQs About the word tawpies

Ταύπιες

a foolish or awkward young person

κακόγουστες μπότες,Μεταγλώττιση,Χάζηδες,κοιτάζει,αδέξιοι,λόμπι,νταήδες,lummoxes,σβώλοι,παιδιά

No antonyms found.

taverns => ταβέρνες, taverners => Ταβερνάρηδες, tautening => σύσφιξη, tautened => τεντωμένος, taunts => κοροϊδίες,