FAQs About the word fleshed out

αναπτυγμένος

given substance or detail; completed

προστέθηκε (στο),ανεπτυγμένη,διεσταλμένος (επί ή επί),εκτεθειμένο επί,διευρυμένη (επί ή επάνω),επεκταθεί,συμπληρωματικός,ενισχυμένοι,συμπληρωμένο,έτρεξε σε

συμπιεσμένος,Συμπυκνωμένο,συμφωνημένο,υπογεγραμμένο,συντομευμένο,περίληψη,συντομευμένος,συντομευμένο,συνοψίστηκαν

fleshed => σαρκώδης, flesh-eating => Σαρκοφάγος, flesh-coloured => Χρωματικό κρέας, flesh-colored => χρώμα σάρκας, flesh wound => Ελαφρύ τραύμα,