Greek Meaning of faddishly
στη μόδα
Other Greek words related to στη μόδα
- Μανία
- τελευταίος
- οργή
- τάση
- Βογκ
- βούισμα
- σικ
- ενθουσιασμός
- μόδα
- Γεύση
- τελευταία λέξη
- λειτουργία
- αίσθηση
- στυλ
- τόνος
- κίνημα
- σταυροφορία
- μεζούρα
- Λατρεία
- Τελευταία λέξη
- Θέρμη
- οργή
- φασαρία
- πηγαίνω
- Καυτό εισιτήριο
- Θόρυβος
- κίνηση
- Νέο κύμα
- Θαύμα των εννέα ημερών
- ένα θαύμα εννέα ημερών
- καινοτομία
- λίστα εργασιών
Nearest Words of faddishly
Definitions and Meaning of faddishly in English
faddishly (r)
in a faddish manner
FAQs About the word faddishly
στη μόδα
in a faddish manner
Μανία,τελευταίος,οργή,τάση,Βογκ,βούισμα,σικ,ενθουσιασμός,μόδα,Γεύση
πρότυπο,κλασικός
faddish => μοντέρνο, faddily => παροδικά, fadaise => μαλακίες, fad diet => Μοντέρνα διατροφή, fad => μόδα,