Greek Meaning of exterminate
exterminate
Other Greek words related to exterminate
- καταργώ
- εξαλείφω
- σβήνω
- ακυρώνω
- σβήνω
- διαγράφω
- Εκκαθάριση
- εξαλείφω
- σβήνω
- Σαρώστε (μακριά)
- Διακοπή ρεύματος
- σβήνω
- καταναλίσκω
- παύλα
- Αποδεκατίζω
- καταβροχθίζω
- απορρίπτω
- Αποσυναρμολογώ
- διαλύω
- Τάφρος
- εκτινάσσω
- εκβάλλω
- τέλος
- ισοπεδώνω
- θραύσμα
- εκτοπίζω
- σκόνη
- καταστροφή
- κατεδάφισε
- σβήνω
- ερείπια
- σπάω
- συντρίβω
- κατεδαφίζω
- τερματισμός
- συνολικό
- Απορρίματα
- ναυάγιο
- καθαρίζω (πάνω)
- θερίζω
- (εκρίζω)
- σβήνω
- σφραγίζω (εξαλείφω)
Nearest Words of exterminate
- extermination => Εξόντωση
- exterminator => εξολοθρευτής
- extern => εξωτερικός
- external => εξωτερικός
- external angle => Εξωτερική γωνία
- external auditory canal => Έξω ακουστικός πόρος
- external body part => Εξωτερικό μέρος του σώματος
- external carotid => Εξωτερική καρωτίδα
- external carotid artery => Αρτηρία έξω καρωτίδα
- external drive => Εξωτερικός σκληρός δίσκος
Definitions and Meaning of exterminate in English
exterminate (v)
kill en masse; kill on a large scale; kill many
destroy completely, as if down to the roots
exterminate (v. t.)
To drive out or away; to expel.
To destroy utterly; to cut off; to extirpate; to annihilate; to root out; as, to exterminate a colony, a tribe, or a nation; to exterminate error or vice.
To eliminate, as unknown quantities.
FAQs About the word exterminate
Definition not available
kill en masse; kill on a large scale; kill many, destroy completely, as if down to the rootsTo drive out or away; to expel., To destroy utterly; to cut off; to
καταργώ,εξαλείφω,σβήνω,ακυρώνω,σβήνω,διαγράφω,Εκκαθάριση,εξαλείφω,σβήνω,Σαρώστε (μακριά)
χτίζω,διατηρώ,Δημιουργήσετε,φτιάχνω,διατηρώ,προστατεύω,αποθήκευση,κατασκευή,φτιάχνω,σφυρηλατώ
exteriorly => εξωτερικά, exteriorize => Εξωτερικεύω, exteriorization => εξωτερίκευση, exteriority => εξωτερικότητα, exteriorise => εξωτερικεύω,