Greek Meaning of eject
εκτινάσσω
Other Greek words related to εκτινάσσω
- εξορίσω
- καταδίωξη
- απολύω
- εξώσεις
- εκβάλλω
- έξω
- αναπήδηση
- αποβάλλω / εξορίζω
- Εξώθηση
- φωτιά
- πετάω έξω
- εκτοπίζω
- αφαιρώ
- φυγή
- εξαντλώ
- Σακί
- διώχνω
- αποδεικνύεται
- αποβάλλω
- τυμπανίζω (έξω)
- χλοοτάπητας (έξω)
- τσεκούρι
- τσεκούρι
- μπορώ
- πετάω κάποιον έξω από το παράθυρο
- εκδιώκω
- εκφόρτιση
- εκτοπίζω
- στερώ
- Εξορία
- ομογενής
- απολύω
- οστρακισμός
- Απελευθέρωση
- συνταξιοδοτούμαι
- αποκλείω
- τερματισμός
- απολύω κάποιον
- απόλυση
- διαβάστε μεγαλόφωνα
Nearest Words of eject
Definitions and Meaning of eject in English
eject (v)
put out or expel from a place
eliminate (a substance)
leave an aircraft rapidly, using an ejection seat or capsule
cause to come out in a squirt
eject (v. t.)
To expel; to dismiss; to cast forth; to thrust or drive out; to discharge; as, to eject a person from a room; to eject a traitor from the country; to eject words from the language.
To cast out; to evict; to dispossess; as, to eject tenants from an estate.
An object that is a conscious or living object, and hence not a direct object, but an inferred object or act of a subject, not myself; -- a term invented by W. K. Clifford.
FAQs About the word eject
εκτινάσσω
put out or expel from a place, eliminate (a substance), leave an aircraft rapidly, using an ejection seat or capsule, cause to come out in a squirtTo expel; to
εξορίσω,καταδίωξη,απολύω,εξώσεις,εκβάλλω,έξω,αναπήδηση,αποβάλλω / εξορίζω,Εξώθηση,φωτιά
αποδέχομαι,ομολογώ,λαμβάνω,παίρνω,Διασκέδαση,παίρνω,Καλώς ήρθατε (Kalos orisate),λιμάνι,σπίτι,καλύβα, πανδοχείο
either => είτε, eitchen midden => Σωρὸς σκουπιδιῶν, eisteddfod => eisteddfod, eisenstein => Αϊζενστάιν, eisenstaedt => eisenstaedt,