Greek Meaning of evict
εξώσεις
Other Greek words related to εξώσεις
- εξορίσω
- καταδίωξη
- απολύω
- στερώ
- εκτινάσσω
- Εξορία
- εκβάλλω
- αφαιρώ
- αποβάλλω / εξορίζω
- εκδιώκω
- εκτοπίζω
- ομογενής
- φωτιά
- πετάω έξω
- οστρακισμός
- εκτοπίζω
- έξω
- συνταξιοδοτούμαι
- Σακί
- αποκλείω
- διαβάστε μεγαλόφωνα
- τσεκούρι
- τσεκούρι
- αναπήδηση
- μπορώ
- πετάω κάποιον έξω από το παράθυρο
- εκφόρτιση
- Εξώθηση
- απολύω
- Απελευθέρωση
- φυγή
- εξαντλώ
- τερματισμός
- αποδεικνύεται
- αποβάλλω
- τυμπανίζω (έξω)
- απόλυση
- χλοοτάπητας (έξω)
Nearest Words of evict
Definitions and Meaning of evict in English
evict (v)
expel or eject without recourse to legal process
expel from one's property or force to move out by a legal process
evict (v. t.)
To dispossess by a judicial process; to dispossess by paramount right or claim of such right; to eject; to oust.
To evince; to prove.
FAQs About the word evict
εξώσεις
expel or eject without recourse to legal process, expel from one's property or force to move out by a legal processTo dispossess by a judicial process; to dispo
εξορίσω,καταδίωξη,απολύω,στερώ,εκτινάσσω,Εξορία,εκβάλλω,αφαιρώ,αποβάλλω / εξορίζω,εκδιώκω
αποδέχομαι,ομολογώ,λαμβάνω,παίρνω,Διασκέδαση,σπίτι,καταφύγιο,παίρνω,Καλώς ήρθατε (Kalos orisate),λιμάνι
evibrate => δονητικό, evet => ναι, evestigate => διερευνώ, evesdropper => κλεφτοακουστής, evesdrop => κρυφακούω,