FAQs About the word everywhere

παντού

to or in any or all placesIn every place; in all places; hence, in every part; throughly; altogether.

παντού,Παντού στον χάρτη,παντού,παντού,Μακριά και κοντά,μακριά και πλατιά,Ψηλά και χαμηλά,σε κάθε γωνιά,σε κάθε τρίμηνο,από παντού

πουθενά

everywhen => παντού, everything => όλα, everyplace => παντού, everyone => όλοι, everyman => Κάθε άνθρωπος,