Greek Meaning of eisel
ξύδι
Other Greek words related to ξύδι
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of eisel
- eisegesis => ερμηνεία
- eirie => ανατριχιαστικός
- eirenic => ειρηνικός
- eirenarch => Ειρηνάρχης
- eire => Ιρλανδία
- eira barbara => μεγάλη πανδα
- eira => ειρά
- einthoven => Einthoven
- einstein's theory of relativity => Η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν
- einstein's special theory of relativity => Η ειδική θεωρία της σχετικότητας του Einstein
Definitions and Meaning of eisel in English
eisel (n.)
Vinegar; verjuice.
FAQs About the word eisel
ξύδι
Vinegar; verjuice.
No synonyms found.
No antonyms found.
eisegesis => ερμηνεία, eirie => ανατριχιαστικός, eirenic => ειρηνικός, eirenarch => Ειρηνάρχης, eire => Ιρλανδία,