Greek Meaning of extermination
Εξόντωση
Other Greek words related to Εξόντωση
Nearest Words of extermination
- exterminator => εξολοθρευτής
- extern => εξωτερικός
- external => εξωτερικός
- external angle => Εξωτερική γωνία
- external auditory canal => Έξω ακουστικός πόρος
- external body part => Εξωτερικό μέρος του σώματος
- external carotid => Εξωτερική καρωτίδα
- external carotid artery => Αρτηρία έξω καρωτίδα
- external drive => Εξωτερικός σκληρός δίσκος
- external ear => Πτερύγιο του ώτος
Definitions and Meaning of extermination in English
extermination (n)
complete annihilation
the act of exterminating
extermination (n.)
The act of exterminating; total destruction; eradication; excision; as, the extermination of inhabitants or tribes, of error or vice, or of weeds from a field.
Elimination.
FAQs About the word extermination
Εξόντωση
complete annihilation, the act of exterminatingThe act of exterminating; total destruction; eradication; excision; as, the extermination of inhabitants or tribe
κατεδάφιση,καταστροφή,ερήμωση,Εξαφάνιση,καταστροφή,απώλεια,Εξόντωση,Αποδεκάτιση,κατεδάφιση,εκμηδενισμός
κτίριο,κατασκευή,ανατροφή,διάσωση,σωτηρία,αποταμίευση,προστασία,Συντήρηση,Προστασία,αποκατάσταση
exteriorly => εξωτερικά, exteriorize => Εξωτερικεύω, exteriorization => εξωτερίκευση, exteriority => εξωτερικότητα, exteriorise => εξωτερικεύω,