Greek Meaning of external ear
Πτερύγιο του ώτος
Other Greek words related to Πτερύγιο του ώτος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of external ear
- external drive => Εξωτερικός σκληρός δίσκος
- external carotid artery => Αρτηρία έξω καρωτίδα
- external carotid => Εξωτερική καρωτίδα
- external body part => Εξωτερικό μέρος του σώματος
- external auditory canal => Έξω ακουστικός πόρος
- external angle => Εξωτερική γωνία
- external => εξωτερικός
- extern => εξωτερικός
- exterminator => εξολοθρευτής
- extermination => Εξόντωση
- external gill => εξωτερικά βράγχια
- external iliac artery => έξω λαγόνια αρτηρία
- external iliac vein => Πρόσθια έξω λαγόνιος φλέβα
- external jugular vein => Σφαγίτιδα φλέβα
- external maxillary artery => Έξω σιαγόνια αρτηρία
- external nasal vein => Εξωτερική ρινική φλέβα
- external oblique muscle => Έξω λοξός μυς της κοιλιάς
- external organ => - Εξωτερικά όργανα
- external orifice => εξωτερικό στόμιο
- external respiration => Εξωτερική αναπνοή
Definitions and Meaning of external ear in English
external ear (n)
the part of the ear visible externally
FAQs About the word external ear
Πτερύγιο του ώτος
the part of the ear visible externally
No synonyms found.
No antonyms found.
external drive => Εξωτερικός σκληρός δίσκος, external carotid artery => Αρτηρία έξω καρωτίδα, external carotid => Εξωτερική καρωτίδα, external body part => Εξωτερικό μέρος του σώματος, external auditory canal => Έξω ακουστικός πόρος,