Greek Meaning of blot out

σβήνω

Other Greek words related to σβήνω

Definitions and Meaning of blot out in English

Wordnet

blot out (v)

make undecipherable or imperceptible by obscuring or concealing

FAQs About the word blot out

σβήνω

make undecipherable or imperceptible by obscuring or concealing

καταργώ,εξαλείφω,σβήνω,σβήνω,Διακοπή ρεύματος,ακυρώνω,σβήνω,διαγράφω,Εκκαθάριση,εξαλείφω

χτίζω,διατηρώ,κατασκευή,Δημιουργήσετε,φόρμα,φτιάχνω,διατηρώ,προστατεύω,αποθήκευση,σχήμα

blot => Κηλίδα, blossomy => ανθισμένος, blossomless => άνθος, blossoming => ανθισμένος, -η, -ο, blossomed => άνθησε,