Greek Meaning of exclaimed
φώναξε
Other Greek words related to φώναξε
Nearest Words of exclaimed
- exclaim => φωνάζω
- excito-secretory => διεγερτικό-εκκριτικό
- excito-nutrient => διεγερτικό θρεπτικό συστατιικό
- excito-motory => ερεθιστικό-κινητικό
- excito-motor => εκκινητικός-κινητήρας
- excito-motion => διέγερση-κίνηση
- excitive => διεγερτικό
- excitingly => συναρπαστικά
- exciting => συναρπαστικός
- exciter => διεγέρτης
Definitions and Meaning of exclaimed in English
exclaimed (imp. & p. p.)
of Exclaim
FAQs About the word exclaimed
φώναξε
of Exclaim
βρυχάσθαι,(Ούρλιαξε),φώναξε,χτυπημένος,ακούστηκε επιπόλαια,μπουλονάρω,έκλαψε,φώναξε,παρενέβη,α
No antonyms found.
exclaim => φωνάζω, excito-secretory => διεγερτικό-εκκριτικό, excito-nutrient => διεγερτικό θρεπτικό συστατιικό, excito-motory => ερεθιστικό-κινητικό, excito-motor => εκκινητικός-κινητήρας,