Greek Meaning of estranger
ξένος
Other Greek words related to ξένος
- εξωγήινος
- αποξενώνω
- οργή
- εξοργίζει
- εξοργίζω
- Εξοργισμός
- Κόβω
- ξινός
- επιδεινώνω
- ενοχλώ
- εχθρεύω
- ενοχλώ
- αποξενώνω
- απογοητεύω
- απογοητεύω
- αποσυνδέω
- διχάζω
- διαίρεση
- πικραίνω
- ερεθίζω
- φλεγμόνω
- ερεθίζω
- εξοργίζω
- διαχωρίζω
- Αναφλέγω
- Σφάλμα
- τρίβω
- απογοητεύω
- απογοήτευση
- Λιβάνι
- ερεθίζω
- Μάντεν
- εκνευρίζω
- ερεθίζω
- ανακατεύω
- ξεχωριστό
- διαχωρίζω
- αποσυνδέω
- αποσυνδέω
- εκζεύγνυμι
- ενοχλώ
Nearest Words of estranger
Definitions and Meaning of estranger in English
estranger (n.)
One who estranges.
FAQs About the word estranger
ξένος
One who estranges.
εξωγήινος,αποξενώνω,οργή,εξοργίζει,εξοργίζω,Εξοργισμός,Κόβω,ξινός,επιδεινώνω,ενοχλώ
συμβιβά,κατευνάζω,κατευνάζω,συμφιλιώνω,αποπλίζω,αγαπώ,γλυκομιλώ,κατευνάζω,εξευμενίζω
estrangement => αποξένωση, estrangedness => αποξένωση, estranged => αποξενωμένος, estrange => αποξενώνω, estramacon => Εστραμακόν,