FAQs About the word dummying up

Definition not available

to say nothing

δέσιμο,σφίξιμο,ψύξη,ξήρανση,διατήρηση της ειρήνης,σσσ,No disponible,καταπραϋντικό,Εγκατάσταση (κάτω),σωπαίνει

μιλώντας,Ομιλία,μιλώντας,ψεκασμός (off),ομιλώντας,ηχηρό,μιλώντας,παρεμβαίνοντας

dum-dums => καραμέλες, dum-dum => Νταμ-νταμ, dumbing down => Απλοποίηση, dumbed down => Απλοποιημένο, dumbbells => Αλτήρες,