FAQs About the word dropped by

πέρασα από

to visit casually or unexpectedly, to pay a brief casual visit

ονομαζόμενος,έπεσε,εμφανίστηκε,σταματημένος (από ή σε),επισκέφτηκε,ήρθε,έτρεξε μέσα,είδε,εισέβαλε (σε),συχνά επισκέπτεται

No antonyms found.

dropped behind => παρατημένος, dropped back => έπεσε, dropped (off) => έριξε (έξω), drop-offs => σημεία αποβίβασης, droplets => σταγόνες,