Greek Meaning of double-dealing
διπροσωπία
Other Greek words related to διπροσωπία
Nearest Words of double-dealing
- double-dealer => διπρόσωπος
- double-date => Διπλό ραντεβού
- doubled => διπλάσιος
- double-crossing => διπλή διάβαση
- double-crosser => προδότης
- double-chinned => Με διπλοσάγονο
- double-check => επανέλεγχος
- double-charge => διπλή χρέωση
- double-breasted suit => Κοστούμι διπλής σειράς
- double-breasted jacket => Σακάκι με διπλά κουμπιά
Definitions and Meaning of double-dealing in English
FAQs About the word double-dealing
διπροσωπία
Παραπλανητικός,ανέντιμος,ΨΕΥΔΕΣ,δόλιος,στρεβλός,Δολερός,Απάτη,δόλιος,Παραπλανητικό,δελεαστικός
ειλικρινής,νόμιμος,ΑΛΗΘΙΝΟΣ,αληθής,καθαρά,έγκυρος
double-dealer => διπρόσωπος, double-date => Διπλό ραντεβού, doubled => διπλάσιος, double-crossing => διπλή διάβαση, double-crosser => προδότης,