FAQs About the word double (back)

διπλό (πίσω)

to turn around and return on the same path

γυρίζω πίσω,καρφίτσα,απενεργοποίηση,παράκαμψη,αποκλίνω,αποκλίνω,διάφανος,απόκλιση,κούνια,σειρά

No antonyms found.

double (as) => (διπλό (ως)), dottiness => τρέλα, dots => τελείες, doting (on) => στοργικός (με), doted (on) => χαϊδεύω (κάποιον),