Greek Meaning of disfurnishment
απεπίλωση
Other Greek words related to απεπίλωση
- βία
- στέρηση
- Έκρηξη
- παραβίαση
- παράβαση
- εισβολή
- κατοχή
- επάγγελμα
- απόσυρση
- προσάρτηση
- κατάσχεση
- υπεξαίρεση
- λεηλασία
- εσφαλμένη εφαρμογή
- κατάχρηση
- λεηλασία
- πειρατεία
- προκατάληψη
- κλοπή
- παράβαση
- ιδιοποίηση
- υπόθεση
- συνημμένο αρχείο
- υπεξαίρεση
- λεηλασία
- απαλλοτρίωση
- αρπάζω
- Κατάσχεση
- Απαλλοτρίωση
- υπεξαίρεση
- προτίμηση
- επανάκτηση
- κρίση
- κατάσχεση
- εξαγορά
- σφετερισμός
Nearest Words of disfurnishment
- disfurnishing => επίπλωση
- disfurnished => χωρίς επίπλωση
- disfurnish => καταστρέφω
- disfunction => Δυσλειτουργία
- disfrock => λαϊκοποιεί
- disfriar => αποκαλόγερος
- disfranchising => στέρησης του εκλογικού δικαιώματος
- disfranchisement => στέρηση δικαιώματος ψήφου
- disfranchised => Στερημένος εκλογικού δικαιώματος
- disfranchise => απαλλάσσω από το εκλογικό δικαίωμα
Definitions and Meaning of disfurnishment in English
disfurnishment (n.)
The act of disfurnishing, or the state of being disfurnished.
FAQs About the word disfurnishment
απεπίλωση
The act of disfurnishing, or the state of being disfurnished.
βία,στέρηση,Έκρηξη,παραβίαση,παράβαση,εισβολή,κατοχή,επάγγελμα,απόσυρση,προσάρτηση
No antonyms found.
disfurnishing => επίπλωση, disfurnished => χωρίς επίπλωση, disfurnish => καταστρέφω, disfunction => Δυσλειτουργία, disfrock => λαϊκοποιεί,