FAQs About the word disarmament

Αφοπλισμός

act of reducing or depriving of armsThe act of disarming.

αποστρατικοποίηση,αποστράτευση

Οπλισμός,εξοπλισμός,Στρατικοποίηση,επιστράτευση,Μηχανοποίηση,επανεξοπλισμός

disarm => αποπλίζω, disard => Αταξία, disapprovingly => αποδοκιμαστικά, disapproving => αποδοκιμαστικός, disapprover => επικριτής,