Greek Meaning of disaccord

διαφωνία

Other Greek words related to διαφωνία

Definitions and Meaning of disaccord in English

Wordnet

disaccord (v)

be different from one another

Webster

disaccord (v. i.)

To refuse to assent.

Webster

disaccord (n.)

Disagreement.

FAQs About the word disaccord

διαφωνία

be different from one anotherTo refuse to assent., Disagreement.

σύγκρουση,διχόνοια,Διχόνοια,Δισταγμός,διαφωνία,Τριβή,Σχίσμα,διαμάχη,Πόλεμος,διαφωνία

συμφωνία,συμφωνία,Αρμονία,Ειρήνη,ομόνοια,συμφωνία,Ανταγωνισμός,συνεργασία

disaccommodation => Έλλειψη διαμονής, disaccommodate => φέρνω αναστάτωση, disaccharide => Δισακχαρίτης, disaccharidase => Δισακχαριδάση, disabusing => απογοήτευση,