Greek Meaning of direct mail
Άμεση αλληλογραφία
Other Greek words related to Άμεση αλληλογραφία
- Εγγεγραμμένη αλληλογραφία
- ανεπιθύμητη αλληλογραφία
- έντυπο
- Συστημένη επιστολή
- Αγροτική παράδοση
- ειδικός χειρισμός
- αεροπορική αλληλογραφία
- αεροδρόμιο
- κάρτα
- αποστολή
- επιστολή
- γράμμα
- αλληλογραφία
- μήνυμα
- Ταχυδρομείο δεμάτων
- καρτ ποστάλ
- Ταχυδρομική κάρτα
- Δωρεάν αγροτική παράδοση
- Ταχυδρομείο Χελώνας
- ειδική παράδοση
- δέσμη
- αλληλογραφία
- ερώτηση
- επιστολή
- σημείωση
- πακέτο
- ανάρτηση
- αποστολή
Nearest Words of direct mail
- direct loan => Άμεσο δάνειο
- direct flight => Απευθείας πτήση
- direct examination => Άμεση εξέταση
- direct evidence => άμεση απόδειξη
- direct electric current => συνεχές ηλεκτρικό ρεύμα
- direct dye => Άμεσο βαρύ
- direct discourse => Άμεσος λόγος
- direct current => συνεχές ρεύμα
- direct correlation => άμεση συσχέτιση
- direct contrast => Άμεση αντίθεση
- direct mailer => άμεση αλληλογραφία
- direct marketing => Άμεσο μάρκετινγκ
- direct nomination => απευθείας υποψηφιότητα
- direct object => Απλό αντικείμενο (Α.Α.)
- direct primary => Άμεση πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας
- direct quotation => Άμεσο απόσπασμα
- direct sum => άμεση πρόσθεση
- direct support => Άμεση υποστήριξη
- direct supporting fire => Άμεσα πυρά υποστήριξης
- direct tax => Άμεσος φόρος
Definitions and Meaning of direct mail in English
direct mail (n)
advertising sent directly to prospective customers via the mail
FAQs About the word direct mail
Άμεση αλληλογραφία
advertising sent directly to prospective customers via the mail
Εγγεγραμμένη αλληλογραφία,ανεπιθύμητη αλληλογραφία,e-mail,έντυπο,Συστημένη επιστολή,Αγροτική παράδοση,ειδικός χειρισμός,αεροπορική αλληλογραφία,αεροδρόμιο,κάρτα
No antonyms found.
direct loan => Άμεσο δάνειο, direct flight => Απευθείας πτήση, direct examination => Άμεση εξέταση, direct evidence => άμεση απόδειξη, direct electric current => συνεχές ηλεκτρικό ρεύμα,