Greek Meaning of direct primary
Άμεση πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας
Other Greek words related to Άμεση πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of direct primary
- direct object => Απλό αντικείμενο (Α.Α.)
- direct nomination => απευθείας υποψηφιότητα
- direct marketing => Άμεσο μάρκετινγκ
- direct mailer => άμεση αλληλογραφία
- direct mail => Άμεση αλληλογραφία
- direct loan => Άμεσο δάνειο
- direct flight => Απευθείας πτήση
- direct examination => Άμεση εξέταση
- direct evidence => άμεση απόδειξη
- direct electric current => συνεχές ηλεκτρικό ρεύμα
- direct quotation => Άμεσο απόσπασμα
- direct sum => άμεση πρόσθεση
- direct support => Άμεση υποστήριξη
- direct supporting fire => Άμεσα πυρά υποστήριξης
- direct tax => Άμεσος φόρος
- direct tide => Άμεση παλίρροια
- direct transmission => άμεση μετάδοση
- direct trust => άμεση εμπιστοσύνη
- direct-acting => άμεσης δράσης
- direct-coupled => Ενισχυτής με άμεση σύνδεση
Definitions and Meaning of direct primary in English
direct primary (n)
a primary where voters directly select the candidates who will run for office
direct primary ()
A primary by which direct nominations of candidates for office are made.
FAQs About the word direct primary
Άμεση πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας
a primary where voters directly select the candidates who will run for officeA primary by which direct nominations of candidates for office are made.
No synonyms found.
No antonyms found.
direct object => Απλό αντικείμενο (Α.Α.), direct nomination => απευθείας υποψηφιότητα, direct marketing => Άμεσο μάρκετινγκ, direct mailer => άμεση αλληλογραφία, direct mail => Άμεση αλληλογραφία,