Greek Meaning of airpost

αεροδρόμιο

Other Greek words related to αεροδρόμιο

Definitions and Meaning of airpost in English

Wordnet

airpost (n)

a system of conveying mail by aircraft

FAQs About the word airpost

αεροδρόμιο

a system of conveying mail by aircraft

Εγγεγραμμένη αλληλογραφία,Άμεση αλληλογραφία,αλληλογραφία,Ταχυδρομείο δεμάτων,Συστημένη επιστολή,Αγροτική παράδοση,Δωρεάν αγροτική παράδοση,ειδική παράδοση,ειδικός χειρισμός,αεροπορική αλληλογραφία

No antonyms found.

airport terminal => Τερματικός σταθμός αεροδρομίου, airport => αεροδρόμιο, airplane ticket => Εισιτήριο αεροπλάνου, airplane propeller => έλικα αεροπλάνου, airplane pilot => πιλότος αεροπλάνου,